lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανακαλύπτω στα τσεχική

Λέξη:
ανακαλύπτω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (13):
najít, objevit, objevovat, odhalit, odhalovat, odkrýt, odkrývat, prozradit, sehnat, vypátrat, zjevit, zjistit, zpozorovat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ανακαλύπτω, ανακαλύπτω τισ μηχανέσ λογισμικό, ανακαλύπτω τις μηχανές download, ανακαλύπτω τις μηχανές, ανακαλύπτω την τεχνολογία εκδόσεισ ερευνητέσ, ανακαλύπτω την τεχνολογία, ανακαλύπτω στα τσεχική, najít στα ελληνικά
ανακαλύπτω στα τσεχική