lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποσπώ στα τσεχική

Λέξη:
αποσπώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (38):
detašovat, dobývat, extrahovat, nakreslit, napínat, narýsovat, natahovat, oddělit, odloučit, odlučovat, odpojit, odtrhnout, odvelet, odvrátit, odvést, pobavit, přetáhnout, rozptýlit, rozvázat, rvát, tahat, trhat, těžit, utrhnout, vybrat, vydobýt, vyluhovat, vyrvat, vytahovat, vytrhnout, vytáhnout, vytěžit, vyčlenit, získat, získávat, čepovat, čerpat, škubat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αποσπώ, αποσπώ την προσοχή, αποσπώ συνώνυμα, αποσπώ στα αγγλικά, αποσπώ σημαίνει, αποσπώ αγγλικα, αποσπώ στα τσεχική, detašovat στα ελληνικά
αποσπώ στα τσεχική