lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αρσενικός στα τσεχική

Λέξη:
αρσενικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (8):
chlapský, maskulinum, mužný, mužský, pánský, potentní, samčí, samec
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αρσενικός, αρσενικόσ ζιγκολό, αρσενικός σκύλος, αρσενικός ζιγκολό ωραίος & ευρωπαίος, αρσενικός ζιγκολό alpha, αρσενικός γάτος, αρσενικός στα τσεχική, chlapský στα ελληνικά
αρσενικός στα τσεχική