lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δάγκωμα στα τσεχική

Λέξη:
δάγκωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (16):
bodnutí, brát, kousat, kousnout, kousnutí, leptat, pokousat, poštípat, píchat, píchnout, píchnutí, rozežírat, uštknout, uštknutí, štípat, štípnout
Σχετικές λέξεις:
τσεχική δάγκωμα, δάγκωμα χειλιών, δάγκωμα φιδιού ονειροκρίτης, δάγκωμα φιδιού, δάγκωμα σκύλου ονειροκρίτης, δάγκωμα σκύλου θεραπεία, δάγκωμα στα τσεχική, bodnutí στα ελληνικά
δάγκωμα στα τσεχική