lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζυγαριά στα τσεχική

Λέξη:
ζυγαριά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (19):
balancovat, bilance, důležitost, hloubka, hmotnost, houpat, koule, pohupovat, rovnováha, rozvaha, těžký, vyváženost, váha, váhat, váhy, vážit, vážnost, význam, závaží
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ζυγαριά, ζυγαριά φαγητού, ζυγαριά σώματος, ζυγαριά μπάνιου τιμη, ζυγαριά μπάνιου lidl, ζυγαριά μπάνιου bosch, ζυγαριά στα τσεχική, balancovat στα ελληνικά
ζυγαριά στα τσεχική