lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναστατώνω στα φινλανδικά

Λέξη:
αναστατώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (3):
kääntää, kaataa, keikahtaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αναστατώνω, αναστατώνω συνώνυμα, αναστατώνω αγγλικά, αναστατώνω στα φινλανδικά, kääntää στα ελληνικά
αναστατώνω στα φινλανδικά