lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δανείζω στα φινλανδικά

Λέξη:
δανείζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά δανείζω, ονειροκρίτης δανείζω, εγώ δανείζω, δανείζω χρήματα, δανείζω συνώνυμο, δανείζω ρήμα, δανείζω στα φινλανδικά, lainata στα ελληνικά
δανείζω στα φινλανδικά