lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δισταγμός στα φινλανδικά

Λέξη:
δισταγμός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (5):
empiminen, epäröiminen, epäröinti, heilahdus, heilahtelu
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά δισταγμός, δισταγμός συνώνυμο, δισταγμός αγγλικά, δισταγμός στα φινλανδικά, empiminen στα ελληνικά
δισταγμός στα φινλανδικά