lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μόνο στα φινλανδικά

Λέξη:
μόνο (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (9):
ainoa, ainoalaatuinen, erakko, yksi, yksin, yksinäinen, ainoastaan, vain, vasta
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά μόνο, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί που παιζεται, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί imdb, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί, μόνο οι εραστές μένουν, μόνο μια φορά, μόνο στα φινλανδικά, ainoa στα ελληνικά
μόνο στα φινλανδικά