lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ομαλός στα φινλανδικά

Λέξη:
ομαλός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (4):
varsinainen, normaali, säännöllinen, säännönmukainen
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ομαλός, ομαλός πίνακας, ομαλός λειχήνας του στόματος, ομαλός λειχήνας πέους, ομαλός λειχήνας θεραπεία, ομαλός λειχήνας δέρματος, ομαλός στα φινλανδικά, varsinainen στα ελληνικά
ομαλός στα φινλανδικά