lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: φωτογραφία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
photo, photograph, photography, picture, screenshot, shot, shutter, snap, snapshot, take-off, takeoff
φωτογραφία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
fotka, foto, fotografie, fotografování, snímek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abnahme, aufnahme, bild, foto, fotografie, lichtbild, photo, photographie
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bild, bilde, foto, fotografi, kort
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
foto, fotografía
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
levé, photo, photographie
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
foto, fotografia, istantanea
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bild, bilde, foto, fotografi, kort
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
снимок, снятие, фото, фотография, фотокарточка, фотоснимок
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bild, fotografi, kort
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fotografi
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
снимка, фотография
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
фатаграфія, фота
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
foto
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
valokuva
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
fotografija
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
felvétel, fénykép, kép
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
fotografija, nuotrauka
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
foto, fotografia
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
fotografija
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фото, фотографія
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
fotka, fotografia, zdjęcie

Σχετικές λέξεις

φωτογραφία ονειροκρίτης, φωτογραφία δρόμου, φωτογραφία γάμου, φωτογραφία διαβατηρίου, φωτογραφία σε καμβά, φωτογραφία ταυτότητας, φωτογραφία της ημέρας, φωτογραφία πορτραίτου, φωτογραφία σε παζλ, φωτογραφία σε ξύλο