lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: χώρος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
domicile, lieu, location, place, point, position, room, scene, seat, shade, site, situation, space, spot, standing, stead, venue
χώρος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bod, bydliště, flek, flíček, místo, náměstí, postavení, rezidence, situace, služba, stav, stupeň, sídlo, tečka, věc
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fleck, ort, platz, posten, punkt, rang, raum, stand, standort, statt, stelle, stellung, stätte
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
plads, prik, punkt, rom, sted
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
asiento, localidad, lugar, paraje, parte, plaza, sitio, teatro
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aiguade, endroit, griffon, lieu, mangeure, place, point, refuite, résidence
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dimora, luogo, parte, piazza, posto, punto, spazio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bopel, plass, poeng, punkt, rom, sitteplass, sted
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
должность, место
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
plats, punkt, rom, rum, ställe, utrymme
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vend
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
плошта
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
ruum
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
asuinpaikka, huone, kotipaikka, paikka, sija, tila
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mjesto, trg
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hely, tér
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
aikštė, gatvė, vieta
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adro, local, localidade, lugar, paragem, pararei, parca, praça, recinto, sitio, sítio, teatro
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
kraj, prostor
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
miesto
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
miejsce

Σχετικές λέξεις

χώρος τέχνης ασωμάτων, χώρος τεχνών βέροια, χώρος για παιδικό πάρτυ, χώρος εκδηλώσεων, χώρος για πάρτυ, χώρος τέχνης ιδιόμελο, χώρος ελευθερίας ασφάλειας και δικαιοσύνης, χώρος υγειονομικής ταφής απορριμμάτων, χώρος συνάθροισης κοινού, χώρος τέχνης 92 art