lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ψυγείο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
freezer, fridge, ice-box, icebox, meat-safe, reefer, refrigerator
ψυγείο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
chladič, chladnička, lednička
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eisschrank, kältemaschine, kühlhalle, kühlraum, kühlschrank
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
køleskab
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
enfriadero, frigorífico, nevera, refrigerador
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
frigidaire, frigo, glacière, rafraîchisseur, réfrigérateur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
frigo, frigorifero, ghiacciaia
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kjøleanlegg, kjølerom, kjøleskap
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
рефрижератор, холодильник
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
frysbox, kylhus, kylskåp
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хладилник
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jääkaappi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
frižider, hladnjak
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hűtőszekrény, jégszekrény
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
šaldytuvas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
frigorífico, geladeira, refrigerador
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
hladilnik
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
chladnička
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
безпечний, благополучний, надійний, обережний, рефрижератор, сейф, холодильник
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
chłodnia, chłodziarka, lodówka

Σχετικές λέξεις

ψυγείο μικρό, ψυγείο εντοιχιζόμενο, ψυγείο bosch, ψυγείο αυτοκινήτου, ψυγείο samsung, ψυγείο whirlpool, ψυγείο skroutz, ψυγείο υγραερίου, ψυγείο mini bar, ψυγείο βιτρίνα