επουλώνω στα αγγλικά επουλώνω στα τσεχική επουλώνω στα δανική επουλώνω στα ισπανικά επουλώνω στα γαλλικά επουλώνω στα ιταλικά επουλώνω στα νορβηγικά επουλώνω στα ρωσικά επουλώνω στα σουηδικά επουλώνω στα λευκορωσίας επουλώνω στα εσθονική επουλώνω στα φινλανδικά επουλώνω στα πορτογαλικά επουλώνω στα ουκρανικά επουλώνω στα πολωνική
διαβεβαίωση στα ρωσικά ανάβω στα γαλλικά σιτάρι στα ισπανικά αδικία στα ισπανικά κλειδί στα ρωσικά
ανάβω φωτιά σιτάρι θερμίδες επιβεβαίωση συνώνυμο αδικία συνώνυμο κλειδί του σολ