εποικοδομητικός στα αγγλικά εποικοδομητικός στα τσεχική εποικοδομητικός στα γερμανικά εποικοδομητικός στα γαλλικά εποικοδομητικός στα ιταλικά εποικοδομητικός στα νορβηγικά εποικοδομητικός στα ρωσικά εποικοδομητικός στα σουηδικά εποικοδομητικός στα σλοβακική εποικοδομητικός στα πολωνική
περήφανος στα τσεχική ατύχημα στα φινλανδικά πόδι στα φινλανδικά ένζυμο στα δανική υιοθετώ στα ιταλικά