lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επαγρύπνηση στα ουκρανικά

Λέξη:
επαγρύπνηση (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (5):
годинник, дивитися, пильність, пильнувати, спостерігати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά επαγρύπνηση, επαγρύπνηση συνώνυμο, επαγρύπνηση σημασια, επαγρύπνηση ορισμος, επαγρύπνηση λεξικο, επαγρύπνηση ακελ, επαγρύπνηση στα ουκρανικά, годинник στα ελληνικά
επαγρύπνηση στα ουκρανικά