εκφοβίζω στα αγγλικά εκφοβίζω στα τσεχική εκφοβίζω στα γερμανικά εκφοβίζω στα ισπανικά εκφοβίζω στα γαλλικά εκφοβίζω στα ιταλικά εκφοβίζω στα ρωσικά εκφοβίζω στα πολωνική εκφοβίζω στα εσθονική εκφοβίζω στα φινλανδικά εκφοβίζω στα ουγγρική
περιστρέφομαι στα ισπανικά μισθοφόρος στα λιθουανική μαύρισμα στα αγγλικά μητρικός στα ισπανικά αριστοκρατία στα ουκρανικά
μαύρισμα με σπρέι περιστρέφομαι στα αγγλικά ο μισθοφόρος μητρικός θηλασμός και κάπνισμα αριστοκρατία αριστοτέλησ