ρουφάω στα αγγλικά, ρουφώ συνώνυμα
όλος ήσυχος αναιδής εγωισμός ηθική κεφάλι αναγκαίος μεθάνιο ξυπνώ χειραφέτηση καίω ψυχολογία χτύπημα μόνος σαγόνι μετάφραση αναγνωρίζω εδραιώνω σε άνοιξη