lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: άρθρωση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
contact, dub, joint, knuckle, mere, pond, weld
άρθρωση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bazén, jezírko, kloub, kotník, rybník, skloubení, spojení, spojený, spára, svar, svár, šev
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
berührung, bindemittel, fuge, gelenk, kontakt, naht, teich, verbindungsschicht, weiher
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
berøring, dam, fuge, kær, led, skarv
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
articulación, artículo, charca, coyuntura, estanque, juntura, laguna, soldadura
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
about, alevinier, articulation, contact, emboîture, joint, jointure, jonction, mare, piscine, plot, rotule, soudure, vivier, étang
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
articolazione, giuntura, nocca, spinello, stagno
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
berøring, dam, fuge, knoke, led, ledd, skarv
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
смычка, спайка, стык, шов
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
beröring, dam, damm, led, ledd, skarv, tjärn
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
стык
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
tiik
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
allikko, jatkos, lammikko, lampi, liitos, nivel
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jezero
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hegesztés, tó, ízület
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
baseinas, klanas, kūdra, sąnarys
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
articulação, artículo, encapeladura, estanque, juntura, junção, soldadura
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
kontakt, rybník
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сполучення, стик
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
spoina, staw, styk

Σχετικές λέξεις

άρθρωση του ισχίου, άρθρωση γόνατος, άρθρωση του ρ, άρθρωση χεριού, άρθρωση ώμου, άρθρωση του φωνήματος /r/, άρθρωση αγκώνα, άρθρωση λόγου, άρθρωση charcot, άρθρωση οστών