lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άρθρωση στα πορτογαλικά

Λέξη:
άρθρωση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (7):
articulação, junção, juntura, soldadura, artículo, estanque, encapeladura
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά άρθρωση, άρθρωση ώμου, άρθρωση χεριού, άρθρωση του φωνήματος /r/, άρθρωση του ρ, άρθρωση του ισχίου, άρθρωση στα πορτογαλικά, articulação στα ελληνικά
άρθρωση στα πορτογαλικά