lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευεργετικός στα αγγλικά

Λέξη:
ευεργετικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (7):
beneficent, beneficial, benevolent, benign, charitable, kindly, salutary
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ευεργετικός, ευεργετικός υπολογισμός ποινής, ευεργετικός συνώνυμο, ευεργετικός συνώνυμα, ευεργετικός στα αγγλικά, ευεργετικός αντώνυμο, ευεργετικός στα αγγλικά, beneficent στα ελληνικά
ευεργετικός στα αγγλικά