lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φτώχεια στα αγγλικά

Λέξη:
φτώχεια (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (11):
adversity, bareness, destitution, hardship, misery, necessity, penury, poorer, poverty, sufferance, want
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά φτώχεια, φτώχεια συνώνυμα, φτώχεια στην ευρώπη, φτώχεια που με κουρέλιασες, φτώχεια ορισμός, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός, φτώχεια στα αγγλικά, adversity στα ελληνικά
φτώχεια στα αγγλικά