lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: απόλυση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
clearance, cutback, decontrol, deliverance, delivery, derequisition, discharge, dismissal, exemption, leave, release, riddance, sack
απόλυση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
oproštění, osvobození, porod, propuštění, vydání, vykoupení, vysvobození, výjimka, výstřel, zproštění
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abschied, ausgabe, befreiung, entbindung, erledigung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
afkobling
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
despedida, exención, liberación
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dispense, décharge, déclenchement, délivrance, départ, exonération, franchise, libération, ralentissement, relaxation, rémittence
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dispensa, esenzione, esonero, liberazione, licenziamento, rallentamento
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avkobling, avskjed, frigjøring, oppsigelse, uansvarlighet
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
избавление, увольнение
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
избавление, освобождение
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
erivapautus, vapautus
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odlazak
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
exercia
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
zwolnienie

Σχετικές λέξεις

απόλυση εγκύου, απόλυση χωρίς αποζημίωση, απόλυση δημοσίου υπαλλήλου, απόλυση συνδικαλιστή, απόλυση εργαζομένου, απόλυση εκπαιδευτικών, απόλυση παπαθεοδώρου, απόλυση εγκύου 2014, απόλυση συνώνυμο, απόλυση παπαθεοδώρου gazzetta