lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δοχείο στα βουλγαρικά

Λέξη:
δοχείο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
съд, танк
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά δοχείο, δοχείο χτυπήματος κλείστρου, δοχείο διαστολής υδρευσης, δοχείο διαστολής τιμη, δοχείο διαστολής ανοιχτού τύπου τιμη, δοχείο διαστολής zilmet, δοχείο στα βουλγαρικά, съд στα ελληνικά
δοχείο στα βουλγαρικά