lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δοχείο στα σουηδικά

Λέξη:
δοχείο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (10):
kar, tina, avlagring, bassäng, behållare, deponera, fyndighet, insättning, reservoar, tank
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά δοχείο, δοχείο χτυπήματος κλείστρου, δοχείο διαστολής υδρευσης, δοχείο διαστολής τιμη, δοχείο διαστολής ανοιχτού τύπου τιμη, δοχείο διαστολής zilmet, δοχείο στα σουηδικά, kar στα ελληνικά
δοχείο στα σουηδικά