lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καταστολή στα βουλγαρικά

Λέξη:
καταστολή (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά καταστολή, καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματοσ, καταστολή συνώνυμα, καταστολή στην εντατική, καταστολή στη μεθ, καταστολή σμηνουργίας, καταστολή στα βουλγαρικά, репресия στα ελληνικά
καταστολή στα βουλγαρικά