lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μερίδα στα βουλγαρικά

Λέξη:
μερίδα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (5):
порция, верен, повод, правилен, причина
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά μερίδα, μερίδα φαγητού, μερίδα του λέοντος, μερίδα ρύζι γραμμάρια, μερίδα μακαρόνια θερμίδες, μερίδα μακαρόνια γραμμάρια, μερίδα στα βουλγαρικά, порция στα ελληνικά
μερίδα στα βουλγαρικά