lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακαθόριστος στα γερμανικά

Λέξη:
ακαθόριστος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (9):
abstrakt, dunkel, unklar, vag, vage, zweideutig, unbestimmt, undeutlich, verschwommen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ακαθόριστος, ακαθόριστος στα γερμανικά, abstrakt στα ελληνικά
ακαθόριστος στα γερμανικά