lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακαθόριστος στα αγγλικά

Λέξη:
ακαθόριστος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (24):
abstract, abstruse, ambiguous, blear, bleary, blurry, diffuse, diffused, dim, faint, hazy, inarticulate, indefinite, indescribable, indistinct, inexplicit, nonpayer, nonsolid, oblique, obscure, unclear, vague, vaguest, wishy-washy
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ακαθόριστος, ακαθόριστος στα αγγλικά, abstract στα ελληνικά
ακαθόριστος στα αγγλικά