lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαραίτητος στα γερμανικά

Λέξη:
απαραίτητος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (10):
unabänderliche, unentbehrlich, unerklärt, unerlässlich, unumgänglich, erforderlich, essentiell, nötig, notwendig, wesentlich
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά απαραίτητος, απαραιτητος συνώνυμα, απαραίτητος συνώνυμο, απαραίτητος μετάφραση, απαραίτητος ετυμολογία, απαραίτητος εξοπλισμός για κάμπινγκ, απαραίτητος στα γερμανικά, unabänderliche στα ελληνικά
απαραίτητος στα γερμανικά