lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εισπνέω στα γερμανικά

Λέξη:
εισπνέω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
atmen, einatmen, eingeatmet, inspirieren
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εισπνέω, εισπνέω στα γερμανικά, atmen στα ελληνικά
εισπνέω στα γερμανικά