lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εντός στα γερμανικά

Λέξη:
εντός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (17):
an, auf, bei, für, glauben, hinein, im, in, innen, innerhalb, inwendig, nach, nieder, um, wo, zu, zurück
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εντός, εντός συνεδριακού κέντρου πάτρα - παλιό λιμάνι, εντός σατο, εντός παιδιάς, εντός κρεβάτια, εντός καναπές, εντός στα γερμανικά, an στα ελληνικά
εντός στα γερμανικά