lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιθαγενής στα γερμανικά

Λέξη:
ιθαγενής (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
eingeborene, eingeborener, inländer, eingebildet, eingeboren, einheimisch, ortsansässig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ιθαγενής, συνωνυμα ιθαγενής, ιθαγενής ορισμός, ιθαγενής λαοί, ιθαγενής ετυμολογία, ιθαγενής αντώνυμα, ιθαγενής στα γερμανικά, eingeborene στα ελληνικά
ιθαγενής στα γερμανικά