lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κουβέρτα στα γερμανικά

Λέξη:
κουβέρτα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (14):
abdeckung, bekleidung, belag, bettdecke, bezug, decke, deckel, deckung, hülle, kappe, topfdeckel, umschlag, verdeck, überlagerung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κουβέρτα, κουβέρτα ονειροκρίτης, κουβέρτα με μανίκια, κουβέρτα με βελονάκι, κουβέρτα καναπέ, κουβέρτα ηλεκτρική, κουβέρτα στα γερμανικά, abdeckung στα ελληνικά
κουβέρτα στα γερμανικά