lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μεταβλητός στα γερμανικά

Λέξη:
μεταβλητός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (11):
abwechselnd, alternativ, fahrig, flexibel, sprunghaft, unbeständig, variabel, veränderlich, wandelbar, wechselhaft, wechselnd
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μεταβλητός, μεταβλητόσ αστέρασ, μεταβλητόσ αντιστάτησ, μεταβλητός χρονισμός βαλβίδων, μεταβλητός χρονισμός, μεταβλητός πυκνωτής, μεταβλητός στα γερμανικά, abwechselnd στα ελληνικά
μεταβλητός στα γερμανικά