lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξαφνικά στα γερμανικά

Λέξη:
ξαφνικά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
einmal, jäh, plötzlich, unvermittelt, unversehens
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ξαφνικά, ξαφνικά όλα αλλάζουν κι αρχίζω να θυμάμαι ξανά, ξαφνικά όλα αλλάζουν, ξαφνικά συνώνυμα, ξαφνικά στίχοι, ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι, ξαφνικά στα γερμανικά, einmal στα ελληνικά
ξαφνικά στα γερμανικά