lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξαφνικά στα ουγγρική

Λέξη:
ξαφνικά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
egyszerre, hirtelen, váratlanul
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ξαφνικά, ξαφνικά όλα αλλάζουν κι αρχίζω να θυμάμαι ξανά, ξαφνικά όλα αλλάζουν, ξαφνικά συνώνυμα, ξαφνικά στίχοι, ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι, ξαφνικά στα ουγγρική, egyszerre στα ελληνικά
ξαφνικά στα ουγγρική