lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πίεση στα γερμανικά

Λέξη:
πίεση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
akzent, ansturm, betonung, depression, dialekt, drang, druck, mundart, nachdruck, pressen, pression, unterdrückung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά πίεση, πίεση τιμές, πίεση συμπτώματα, πίεση στο κεφάλι, πίεση στα αυτιά, πίεση ματιών, πίεση στα γερμανικά, akzent στα ελληνικά
πίεση στα γερμανικά