lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παραγωγή στα γερμανικά

Λέξη:
παραγωγή (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (20):
abbau, arbeitsleistung, ausbeute, ausführung, ausgangsleistung, aushebung, durchführung, effizienz, ernte, ertrag, erzeugung, fertigung, gewinnung, herausnehmen, herstellung, leistung, produktion, produktivität, schaffen, vortrag
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά παραγωγή, παραγωγή υδρογόνου, παραγωγή μπύρας, παραγωγή μελιού, παραγωγή κρασιού, παραγωγή καπνού, παραγωγή στα γερμανικά, abbau στα ελληνικά
παραγωγή στα γερμανικά