lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ταξιδιώτης στα γερμανικά

Λέξη:
ταξιδιώτης (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
geschäftsreisender, handlungsreisende, reisende, reisender
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ταξιδιώτης, ταξιδιώτης του χρόνου ο σταλόνε, ταξιδιώτης του χρόνου, ταξιδιώτης του παντός στιχοι, ταξιδιώτης του παντός, ταξιδιώτης του ονείρου, ταξιδιώτης στα γερμανικά, geschäftsreisender στα ελληνικά
ταξιδιώτης στα γερμανικά