lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τολμηρός στα γερμανικά

Λέξη:
τολμηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (6):
beherzt, herzhaft, kühn, mutig, tapfer, unerschrocken
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τολμηρός, τολμηρός χειροπρακτικός έγινε σταρ στο youtube χάρη στη διαφήμισή του, τολμηρός συνώνυμα, τολμηρός συνωνυμα, τολμηρός στα αγγλικά, τολμηρός αγγλικά, τολμηρός στα γερμανικά, beherzt στα ελληνικά
τολμηρός στα γερμανικά