lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπερασπίζω στα γερμανικά

Λέξη:
υπερασπίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
behüten, beschirmen, beschützen, schützen, verteidigen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά υπερασπίζω, υπερασπίζω συνώνυμα, υπερασπίζω ή υπερασπίζομαι, υπερασπίζω στα γερμανικά, behüten στα ελληνικά
υπερασπίζω στα γερμανικά