lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δράση στα δανική

Λέξη:
δράση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (33):
affære, akt, aktion, aktive, aktivitet, anliggende, bedrift, dokument, drift, dåd, effekt, forretning, følge, gerning, grund, gæring, handel, handling, konsekvens, mål, operation, prik, punkt, sag, sak, tilfælde, ting, tingest, virke, virkning, virksomhed, årsag, ærende
Σχετικές λέξεις:
δανική δράση, δραση κόμμα, δράση της ελλάδας σε σχέση με τις επιδιώξεις της ευρωπαϊκής ατζέντας για τον πολιτισμό, δράση μάνος, δράση εναρμόνιση οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, δράση ελληνίδων blogger, δράση στα δανική, affære στα ελληνικά
δράση στα δανική