lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξημερώνω στα δανική

Λέξη:
εξημερώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
domesticere, tremme
Σχετικές λέξεις:
δανική εξημερώνω, εξημερώνω στα δανική, domesticere στα ελληνικά
εξημερώνω στα δανική