lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επένδυση στα δανική

Λέξη:
επένδυση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (3):
investering, bidrag, væddemål
Σχετικές λέξεις:
δανική επένδυση, επένδυση χρημάτων, επένδυση τοίχου, επένδυση τιμονιού, επένδυση τζακιου, επένδυση συνώνυμο, επένδυση στα δανική, investering στα ελληνικά
επένδυση στα δανική