lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ηλικία στα δανική

Λέξη:
ηλικία (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
alder, alderdom, alderstrin, tidsalder, århundrede, sekel
Σχετικές λέξεις:
δανική ηλικία, ηλικία του σύμπαντος, ηλικία της γης, ηλικία σκύλου, ηλικία παολα, ηλικία νικολουλη, ηλικία στα δανική, alder στα ελληνικά
ηλικία στα δανική