lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ηλικία στα νορβηγικά

Λέξη:
ηλικία (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
alder, alderdom, elde, tidsalder, århundre, manndom, sekel
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ηλικία, ηλικία του σύμπαντος, ηλικία της γης, ηλικία σκύλου, ηλικία παολα, ηλικία νικολουλη, ηλικία στα νορβηγικά, alder στα ελληνικά
ηλικία στα νορβηγικά