lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρδινάλιος στα δανική

Λέξη:
καρδινάλιος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
almindelig, central, general, generel, kapital, primær, kardinal
Σχετικές λέξεις:
δανική καρδινάλιος, καρδινάλιοσ μπεργκόλιο, καρδινάλιος της αυστρίας, καρδινάλιος ρισελιέ, καρδινάλιος ράτσινγκερ, καρδινάλιος ουμβέρτος, καρδινάλιος στα δανική, almindelig στα ελληνικά
καρδινάλιος στα δανική