lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κουρέας στα δανική

Λέξη:
κουρέας (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (3):
barbererne, barber, frisør
Σχετικές λέξεις:
δανική κουρέας, κουρέασ τησ σιβηρίασ, κουρέας της σεβίλλης υπόθεση, κουρέας της σεβίλλης λυρική, κουρέας της σεβίλλης κέρκυρα, κουρέας της σεβίλλης αναστασιάδης, κουρέας στα δανική, barbererne στα ελληνικά
κουρέας στα δανική