lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: λογική

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
consequent, consequential, logic, logical
λογική
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
folgerecht, konsequent, logik, logisch
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
logik, logisk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
consecuente, lógica, lógico
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
conséquent, logique, suivi
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
logica, logico
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
følgeriktig, logikk, logisk, rasjonal
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
логика, логичен, логический, логичный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
logik, logisk
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
логика
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
лагічны
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
loogika, loogiline
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
logiikka
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
logika, logičan
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
logika, logikai
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
logika, logiškas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
coerente, discursivo, lógica, lógico
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
logika
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дискусійний, звук, звучати, здоровий, логічний, міцний, справний, ґрунтовний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
logiczny, logika

Σχετικές λέξεις

λογική και ευαισθησία, λογική αριστοτέλης, λογική και θεωρία αλγορίθμων και υπολογισμού, λογική πλάνη, λογική σχεδίαση ψηφιακών συστημάτων, λογική σχεδίαση, λογική πίστη και επανάσταση, λογική πύλη, λογική σχεδίαση εκπα, λογική ή συναίσθημα